Τῇ Η’ (8ῃ) τοῦ αὐτοῦ μηνὸς μνήμη τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ.

Ἀπέκοψαν λοιπὸν τὰς κεφαλὰς πάντων τῶν μακαρίων ἐκείνων στρατιωτῶν καὶ τῶν δύο δικαστῶν, Νικοστράτου καὶ Ἀντιόχου, εἰς τὰς κβ’ (22) τοῦ μηνὸς Μαΐου. Τὸν δὲ Προκόπιον πάλιν ἐφυλάκισαν ἕως δευτέραν ἐξέτασιν. Ἔκλεισαν δὲ μετὰ τοῦ Ἁγίου εἰς τὴν φυλακὴν καὶ γυναῖκας συγκλητικὰς δώδεκα, διότι ὡμολόγησαν καὶ αὗται εἰς τὸ θέατρον τὸν Χριστὸν Θεὸν ἀληθινόν. Τὰς ὁποίας, ἰδὼν σκυθρωπὰς ὁ Ἅγιος, ἐδίδασκε καθ’ ὅλην τὴν νύκτα νὰ μὴ δειλιάσουν εἰς τὰ πρόσκαιρα κολαστήρια, διὰ νὰ λυτρωθοῦν ἀπὸ τὰ αἰώνια τοιαῦτα. Καὶ τόσα εἶπεν, ὥστε ἔκαμεν αὐτὰς καὶ ἐχαίροντο, ἀποδεχόμεναι τὸν θάνατον διὰ νὰ γίνουν ἀθάνατοι.

Τὸ πρωῒ ἐπρόσταξεν ὁ τύραννος καὶ ὡδήγησαν τὰς γυναῖκας εἰς το θέατρον πρὸς ἐξέτασιν. Ἦλθε δὲ καὶ ἡ μήτηρ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Θεοδοσία, διὰ νὰ ἴδῃ τὶ θέλει γίνει ἕως τέλους. Ὁ τύραννος τότε ἠρώτησεν αὐτὰς ἐὰν ἤθελον νὰ θυσιάσουν εἰς τοὺς θεούς, διὰ νὰ προσφέρῃ εἰς ταύτας τιμάς, ὁ ἄτιμος. Αἱ δὲ συγκλητικαὶ ἀπεκρίθησαν· «Ἔχε τὴν τιμὴν ταύτην διὰ σέ. Ἡμεῖς ἔχομεν τὸν Ἐσταυρωμένον ὡς τιμὴν καὶ καύχημά μας». Τότε προστάσσει ὁ τύραννος νὰ τὰς κρεμάσουν εἰς ξύλα καὶ νὰ κατακαίουν τὰς πλευρὰς καὶ τὰς μασχάλας των. Καταφλεγόμεναι λοιπὸν ὑπὸ τοῦ πυρὸς καὶ δεινῶς ὀδυνώμεναι, ἐλάφρυνον διὰ τῆς προσευχῆς τοὺς πόνους καὶ τὰς ὀδύνας των. Ἀλλ’ ὁ ἀχόρταγος δὲν ἐχόρτασεν εἰς ταῦτα. Δι’ ὃ ἐπρόσταξε νὰ κόψουν καὶ τοὺς μαστούς των, λέγων· «Τάχα δὲν ἔρχεται ὁ Ἐσταυρωμένος νὰ δώσῃ εἰς αὐτὰς βοήθειαν;». Αἱ Ἅγιαι τότε ἀνέκραξαν· «Καὶ ἐβοήθησε καὶ θέλει βοηθήσει, καθὼς γνωρίζουν τοῦτο οἱ φρόνιμοι. Διότι ἐὰν ἔλειπεν ἡ θεία βοήθεια, πῶς θὰ ἠμπορούσαμεν ἡμεῖς αἱ ἀδύνατοι γυναῖκες νὰ ὑπομείνωμεν τόσα δεινὰ κολαστήρια;».

Εἰς ταῦτα πάλιν ὁ ἄδικος δικαστὴς ἐθυμώθη καὶ ἐπρόσταξε νὰ πυρώσουν σφαίρας σιδηρᾶς καὶ νὰ θέσουν ταύτας ὑπὸ τὰς μασχάλας των. Τούτου δὲ γενομένου περιέπαιζε ταύτας ὁ ἀφρονέστατος, λέγων· «Σᾶς ἔκαυσε τὸ πῦρ ἢ ἀκόμη δὲν τὸ αἰσθάνεσθε;». Αἱ δὲ ἀπεκρίθησαν· «Σέ, ταλαίπωρε, θέλει καύσει τὸ ἄϋλον πῦρ τῆς κολάσεως, τὸ ὁποῖον δὲν σβύνει ποτέ. Ἡμεῖς δὲ ὀλίγον φροντίζομεν διὰ ταῦτα τὰ πρόσκαιρα παιδευτήρια, διότι ὁ ἀληθὴς καὶ Πανάγαθος Θεὸς παρίσταται ἄνωθεν καὶ δίδει εἰς ἡμᾶς βοήθειαν, τὸν Ὁποῖον σὺ δὲν ἠμπορεῖς νὰ ἴδῃς, καθὼς ὁ τυφλὸς δὲν δύναται νὰ ἴδῃ τὸν ἥλιον».