Διδαχὴ εἰς τὴν Ε’ Κυριακὴν τῶν νηστειῶν περὶ Παραδείσου, Ἡλία Μηνιάτη, ἐπισκόπου Κερνίκης καὶ Καλαβρύτων, ἐλαφρῶς διασκευασθεῖσα κατὰ τὸ λεκτικόν.

Τόση εἶναι ἡ δόξα τοῦ Παραδείσου καὶ ἐγὼ τόσον ἠγάπων τὴν δόξαν τοῦ κόσμου! Μωρὸς ὅπου ἤμην ἐγὼ καὶ δὲν παραιτοῦσα χιλίους κόσμους, διὰ νὰ κερδίσω ἕνα Παράδεισον! Τοιαύτη εἶναι ἡ αἰώνιος ζωὴ καὶ ἐγὼ τόσον ἠγάπων μίαν ζωὴν πρόσκαιρον! Μωρὸς ὅπου ἤμην ἐγὼ καὶ δὲν ἔδιδα χιλίας ἄλλας ζωάς, διὰ νὰ κληρονομήσω ταύτην! Μωρὸς ὅπου ἤμην ἐγὼ καὶ ἐκινδύνευα τόσους χρόνους νὰ χάσω τοιοῦτον Παράδεισον καὶ τοιαύτην ζωήν, διὰ νὰ χαρῶ μὲ μίαν μιαρὰν πόρνην· διὰ νὰ χορτάσω τὴν ἀχόρταγον φιλαργυρίαν μου, διὰ νὰ κάμω μίαν σικχαμερὴν ὄρεξίν μου! Ἀλλ’ ἂς εἶναι χιλίας φορὰς εὐχαριστημένη ἡ εὐσπλαγχνία σου, Θεέ μου, ὅπου ἐγὼ ἐλυτρώθην ἀπὸ τόσους κινδύνους καὶ τώρα εὑρίσκομαι εἰς τὸν Παράδεισον! Ὅπου ζῶ μίαν ζωὴν χωρὶς θάνατον, ὅπου χαίρομαι μίαν χαρὰν χωρὶς τέλος. Ἐκεῖ ὅπου καταλαμβάνομεν, διότι βλέπομεν, ἠμποροῦμεν νὰ εἴπωμεν τὰ τοιαῦτα· ἀλλ’ ἐδῶ ὅπου δὲν βλέπομεν καὶ δὲν καταλαμβάνομεν, τίποτε ἄλλο δὲν ἠμποροῦμεν νὰ εἴπωμεν, παρά, ὦ Παράδεισε! ἡμεῖς ἠμποροῦμεν νὰ σὲ κερδίσωμεν, ἀλλὰ ἡμεῖς δὲν ἠμποροῦμεν νὰ σὲ καταλάβωμεν.

Εἶναι δυνατόν; Ναί σᾶς εἶπα καὶ ἄλλην φοράν, ὅτι ἡ σωτηρία μας στέκει εἰς τὰς χεῖράς μας τώρα σᾶς λέγω πάλιν καὶ ἀκούσατε. Ἔκαμεν ὁ Θεὸς τὸν Παράδεισον διὰ τοὺς Δικαίους· ἔκαμε τὸν ᾅδην διὰ τοὺς ἁμαρτωλούς· ἔκλεισε καὶ τὸν Παράδεισον, ἔκλεισε καὶ τὸν ᾅδην· ἀλλὰ τὰ κλειδιὰ τοῦ ᾅδου ἐκράτησεν ὁ ἴδιος. Οὕτω βλέπω εἰς τὴν Ἀποκάλυψιν τοῦ Ἰωάννου· «καὶ ἔχω τὰς κλεῖς τοῦ θανάτου καὶ τοῦ ᾅδου» (Ἀποκ. α’ 18). Τὰ κλειδιὰ τοῦ Παραδείσου τὰ ἔδωσεν εἰς τοὺς Ἀποστόλους του, εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Πέτρου· «καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ιϛ’ 19)· ὥστε τὰ κλειδιὰ τοῦ ᾅδου εἶναι εἰς τὰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ, τὰ κλειδιὰ τοῦ Παραδείσου εἶναι εἰς τὰς χεῖρας τῶν ἀνθρώπων.

Ὦ φιλανθρωποτάτη οἰκονομία τοῦ Κυρίου μας! Ἂν θέλῃ ὁ ἄνθρωπος νὰ κολασθῇ εἰς τὸν ᾅδην, τὰ κλειδιὰ τοῦ ᾅδου δεν εἶναι εἰς τὰς χεῖράς του· ἂν θέλῃ ὁ ἄνθρωπος νὰ σωθῇ εἰς τὸν Παράδεισον, τὰ κλειδιὰ τοῦ Παραδείσου εἶναι εἰς τὰς χεῖρας του, ὅπερ θέλει νὰ εἴπῃ τοῦτο εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ εἶναι δύσκολον νὰ κολάζωνται οἱ ἄνθρωποι καὶ δι’ αὐτὸ δὲν τοὺς ἔδωκε τὰ κλειδιὰ τοῦ ᾅδου· νὰ εἶναι δὲ εὔκολον νὰ σῴζωνται καὶ δι’ αὐτὸ τοὺς ἔδωσε τὰ κλειδιὰ τοῦ Παραδείσου· «καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν» (ἔνθ’ ἀνωτ.).