Ὅπως δὲ εἰς τὸν πεπυρακτωμένον σίδηρον δὲν ξεχωρίζεται οὔτε τὸ πῦρ ἀπὸ τὸν σίδηρον, οὔτε ὁ σίδηρος ἀπὸ τὸ πῦρ, ἀλλὰ καὶ τὰ δύο φαίνονται ἓν, οὕτω σχεδὸν εἰπεῖν καὶ εἰς τὸν Παράδεισον, οὔτε δηλαδὴ ὁ Θεὸς ξεχωρίζεται ἀπὸ τὸν μακάριον, οὔτε ὁ μακάριος ἀπὸ τὸν Θεόν· ἀμφότεροι εἶναι εἷς κατὰ τὴν μακαριότητα καὶ ἀμφοτέρων ἡ ζωὴ εἶναι μία καὶ αἰώνιος, ἀμφοτέρων ἡ χαρὰ εἶναι μία χαρὰ ἀτελεύτητος· «Ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα, ὅτι ὀψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι» (Α’ Ἰωάν. γ’ 2).
Ἐδῶ δὲν τὸν βλέπομεν ὅπως εἶναι, ἀλλὰ μόνον τὸν πιστεύομεν· αὐτὴ δὲ εἶναι ὅλη ἡ μακαριότης τῆς Ἐκκλησίας, νὰ μὴ βλέπωμεν καὶ νὰ πιστεύωμεν· «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες» (Ἰωάν. κ’ 29). Ἐκεῖ τὸν βλέπομεν καθὼς εἶναι καὶ πλέον δὲν ἔχομεν ἀνάγκην μόνης τῆς Πίστεως, αὐτὴ δὲ εἶναι ὅλη ἡ μακαριότης τοῦ Παραδείσου· νὰ μὴ πιστεύωμεν μόνον ἀλλὰ καὶ νὰ βλέπωμεν· «Ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα, ὅτι ὀψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι» (ἔνθ’ ἀνωτ.). Ἐκεῖ δὲν εἶναι πλέον πίστις διότι εἶναι ὅρασις (Ἑβρ. ια’ 1). Ἐλύθη ἡ σκιά, λάμπει τὸ φῶς. Ἐκεῖ δὲν εἶναι ἐλπίς, διότι εἶναι ἀπόλαυσις. Ἔπαυσε τὸ μέλλον, ὑπάρχει τὸ παρόν. Ἐκεῖ ὑπάρχει μόνον ἀγάπη, διότι ἀγαποῦμεν ἐκεῖνο τὸ ἄκρον ἀγαθόν, τὸ ὁποῖον βλέπομεν καὶ χορταίνει ὁ νοῦς μας μὲ τὴν ὅρασιν, χορταίνει ἡ καρδία μας μὲ τὴν ἀπόλαυσιν· «Χορτασθήσομαι ἐν τῷ ὀφθῆναί μοι τὴν δόξαν σου» (Ψαλμ. ιϛ’ 15). Μήπως ἀπὸ ταῦτα δύνασθε νὰ ἐννοήσητε τί εἶναι ὁ Παράδεισος; Ὄχι τὸ πιστεύω καὶ ἐγώ, διότι ὅσα ἠμπορεῖ νὰ εἴπῃ ἕνας ἄνθρωπος, δὲν εἶναι ὅσα πρέπει νὰ εἴπῃ· «Πάντα ἃ τις δύναται λέγειν, λέγει τῶν κατ’ ἀξίαν οὐδέν», μαρτυρεῖ ὁ Νύσσης Γρηγόριος (Λόγ. α’ εἰς τοὺς Μακκαβ.). Ὦ Παράδεισε! ἡμεῖς ἠμποροῦμεν νὰ σὲ κερδίσωμεν, ἀλλ’ ἡμεῖς δὲν ἠμποροῦμεν νὰ σὲ καταλάβωμεν.
Ἐξεχύθη εἰς ὅλα τὰ μέρη τῆς γῆς ἡ φήμη τοῦ Σολομῶντος· ἡ βασίλισσα τῆς Αἰθιοπίας Σαβὰ ἤκουσε πράγματα παράδοξα διὰ τοῦτον τὸν βασιλέα. Ἤκουσε πολλά, τὰ ὁποῖα μετὰ βίας ἐπίστευεν· ὅθεν ἀπεφάσισε νὰ τὰ ἴδῃ καὶ μὲ τοὺς ἰδίους της ὀφθαλμούς. Ἀνεχώρησε λοιπὸν μὲ δορυφορίαν μεγάλην καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν. Ὅταν δὲ ἔφθασεν ἐντὸς τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ εἶδε τόσην μεγαλοπρέπειαν· ὅταν εἰσῆλθεν ἐντὸς τῶν βασιλικῶν ἀνακτόρων καὶ εἶδε τόσους θησαυρούς·